Μια πρόσφατη μελέτη από το Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ αναδεικνύει την ανησυχητική ψυχική κατάσταση των νεότερων γενεών, με ιδιαίτερη έμφαση στη Γενιά Ζ (18-26 ετών) και στους νεότερους Millennials (γεννηθέντες από το 1990 έως το 1996). Σύμφωνα με την έρευνα, αυτές οι ηλικιακές ομάδες παρουσιάζουν τις πιο ανησυχητικές ενδείξεις όσον αφορά την ψυχική υγεία, με τάσεις που επιδεινώνονται σταθερά από τη δεκαετία του 1950 και μετά.
Ο Δρ Richard Morris, ηγέτης της έρευνας και ανώτερος ερευνητής στη Σχολή Ιατρικής και Υγείας του Πανεπιστημίου του Σίδνεϊ, επισημαίνει ότι η προσοχή πρέπει να μην περιορίζεται μόνο στα παιδιά και τους εφήβους, καθώς η ψυχική υγεία των νέων ενηλίκων δεν φαίνεται να βελτιώνεται με την ενηλικίωση, όπως ίσως περιμέναμε βάσει προηγούμενων γενεών.
Advertisment
Η έρευνα ανέλυσε τα δεδομένα ψυχικής υγείας πάνω από 27.500 Αυστραλών για την περίοδο 2001-2020. Τα αποτελέσματα αποκάλυψαν μια αξιοσημείωτη υποχώρηση στην ψυχική υγεία των ανθρώπων γεννημένων στη δεκαετία του ’90, με τα κοινωνικά δίκτυα να θεωρούνται ένας από τους βασικούς παράγοντες αυτής της επιδείνωσης. Σειρά από άλλες μελέτες έχουν συνδέσει τη χρήση των social media και τον υπερβολικό χρόνο που περνούν οι νέοι μπροστά στις οθόνες με αυξημένα επίπεδα άγχους, κατάθλιψης και εθισμού, καθώς και με τάσεις αυξημένης συναισθηματικής κακοποίησης και τοξικών σχέσεων.
Οι ερευνητές εκφράζουν απαισιοδοξία για την πιθανότητα αναστροφής αυτής της τάσης στο μέλλον, καθώς η ψυχική υγεία των νέων ενηλίκων δείχνει σημάδια συνεχούς επιδείνωσης.
Αυτή η ανησυχητική τάση στη ψυχική υγεία των νεότερων γενεών αναδεικνύει τη σημασία της επανεξέτασης των παραδοσιακών προσεγγίσεων στην υγεία του μυαλού και της ανάπτυξης νέων στρατηγικών και προγραμμάτων που απευθύνονται στις ιδιαιτερότητες αυτών των ηλικιακών ομάδων. Είναι σημαντικό να γίνεται αντιληπτό ότι η ψυχική υγεία δεν αφορά μόνο την παιδική ή εφηβική ηλικία αλλά είναι ένα θέμα δια βίου ανάπτυξης και φροντίδας.
Advertisment
Η έρευνα του Πανεπιστημίου του Σίδνεϊ τονίζει επίσης την ανάγκη να αναγνωριστεί η έκταση και η σοβαρότητα του προβλήματος, καθώς και η ανάγκη για αυξημένη ευαισθητοποίηση και δράση σε κοινωνικό επίπεδο. Αυτό περιλαμβάνει την παροχή καλύτερης πρόσβασης σε υπηρεσίες υγείας, την ενίσχυση της εκπαίδευσης και της πληροφόρησης γύρω από την ψυχική υγεία, καθώς και την προώθηση του διαλόγου για τις προκλήσεις και τις λύσεις στο πεδίο αυτό.
Η αυξανόμενη εξάρτηση από τα κοινωνικά δίκτυα και η έκθεση σε οθόνες, όπως φαίνεται από τα ευρήματα, απαιτούν μια συνολικότερη προσέγγιση στον τρόπο που οι νεότερες γενιές αλληλεπιδρούν με την τεχνολογία και τα μέσα. Είναι σημαντικό να εξεταστούν τα θετικά και αρνητικά στοιχεία αυτής της αλληλεπίδρασης και να αναπτυχθούν στρατηγικές που θα βοηθήσουν τους νέους να διαχειρίζονται καλύτερα την ψυχική τους υγεία σε έναν έντονα ψηφιακό κόσμο.
Οι συνέπειες αυτής της επιδείνωσης στην ψυχική υγεία δεν περιορίζονται μόνο στους νέους αλλά επεκτείνονται και στην ευρύτερη κοινωνία, καθώς οι επιπτώσεις αυτού του φαινομένου αφορούν το σύνολο των διαπροσωπικών σχέσεων, την εργασιακή παραγωγικότητα, και την κοινωνική συνοχή. Η ανάγκη για μια συνεκτική και πολυεπίπεδη προσέγγιση στην ψυχική υγεία, που να περιλαμβάνει τόσο την πρόληψη όσο και τη θεραπεία, είναι επιτακτικότερη από ποτέ. Η αντιμετώπιση αυτής της πρόκλησης απαιτεί συντονισμένες προσπάθειες από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, από τις κυβερνήσεις και τους επαγγελματίες υγείας μέχρι τα ίδια τα άτομα και τις οικογένειές τους.