Οι εταιρείες fast food έχουν σημειώσει συγκλονιστική άνοδο τις τελευταίες δεκαετίες. Πώς όμως καταφέρνουν, παρά τη γενική γνώση των ανθρώπων ότι τα προϊόντα που προσφέρουν είναι βλαβερά για τον ανθρώπινο οργανισμό, να συνεχίζουν να διατηρούν την τεράστια πελατεία τους;
Όπως υποδεικνύει ένα νέο βιβλίο, του ερευνητικού δημοσιογράφου Μάικλ Μος, με τίτλο «Salt, Sugar, Fat», οι εταιρείες ακολουθούν ένα συγκεκριμένο σχέδιο, ειδικά σχεδιασμένο έτσι ώστε να λανσάρουν τα φαγητά τους, εστιάζοντας στην ψυχολογία των πελατών τους και στην επιθετική πολιτική ενάντια σε κάθε επίμαχό τους. Όπως αναφέρει η DailyBeast, αυτά είναι τα σημαντικότερα στοιχεία που καθιστούν τις εταιρείες fast food κυριολεκτικά αχτύπητες.
Advertisment
Ξέρουν ακριβώς τί μας αρέσει
Οι παραγωγοί φαγητών δεν έχουν την πολυτέλεια να μην μας αρέσει το προϊόν που πουλάνε. Έτσι, έχουν ξοδέψει ένα μεγάλο χρηματικό ποσό, προκειμένου να προσδιορίσουν τι ακριβώς αρέσει στον κόσμο. Όχι μόνο διαθέτουν εργαστήρια φαγητού, σχεδιασμένα να ανακαλύψουν το «σημείο ευτυχίας» του ανθρώπου –το σημείο δηλαδή που η ζάχαρη και το αλάτι στα φαγητά τους είναι στα απολύτως επιθυμητά επίπεδα-, αλλά προσλαμβάνουν και ανθρώπους όπως ο Χάουαρντ Μόσκοβιτς, ένας «ειδικός απόλαυσης», δουλειά του οποίου είναι να προσδιορίσει το πότε η ζάχαρη, το αλάτι και τα λιπαρά σε ένα φαγητό είναι σε σωστά επίπεδα.
Ισοπεδώνουν οποιονδήποτε τους εναντιωθεί
Advertisment
Για όποιον σκέφτεται να σηκώσει ανάστημα έναντι των διατροφικών κολοσσών, προσοχή! Η βιομηχανία φαγητού λειτουργεί με μοχθηρή αυτοάμυνα απέναντι σε οποιοδήποτε σήμα κινδύνου και, σαν να μην έφτανε αυτό, έχει και λεφτά για ξόδεμα. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται και από ένα περιστατικό της δεκαετίας του 1950, όταν καθηγητές οικιακής οικονομίας των ΗΠΑ αποφάσισαν να ξεσηκωθούν ενάντια στις εταιρείες ταχυφαγείων. Ανταπαντώντας, οι εταιρείες «δημιούργησαν» τη δικιά τους εκδοχή καθηγήτριας, την Μπέτυ Κρόκερ, σκοπός της οποίας ήταν να ενημερώνει το κοινό για τις ευεργετικές ιδιότητες των γευμάτων fast food.
Έχουν τις «πλάτες» των κυβερνήσεων
Μερικές από τις πιο σοκαριστικές αποκαλύψεις του Μος περιέχονται στο κεφάλαιο που αναφέρεται στη σχέση των εταιρειών με τις κυβερνήσεις. Στο κεφάλαιο αυτό, ο δημοσιογράφος αναφέρεται στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης των ΗΠΑ, το οποίο ψέγει για την έλλειψη πληροφοριών στα ενημερωτικά φυλλάδια των εταιρειών fast food, καθώς και στις παχυλές επιχορηγήσεις που λαμβάνουν οι εταιρείες αυτές από την αμερικανική κυβέρνηση.
Διαχειρίζονται πολλά περισσότερα από το προϊόν τους
Το προϊόν αυτό καθαυτό είναι μόλις μία μικρή μεταβλητή στην εξίσωση της αγοράς fast food. Οι εταιρείες στην πραγματικότητα ελέγχουν τα πάντα, από το που θα τοποθετηθούν τα προϊόντα τους στα σουπερμάρκετ, μέχρι την ποσότητα των προϊόντων που θα διανέμονται σε καταστήματα διαφορετικών περιοχών, ανάλογα με την έρευνα που έχουν πραγματοποιήσει για τις καταναλωτικές συνήθειες των κατοίκων τους.
Τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται
Όλοι μας λίγο-πολύ έχουμε μάθει να ελέγχουμε τα συστατικά στα προϊόντα που αγοράζουμε. Ακόμα και τα συστατικά που αναγράφονται, ωστόσο, δεν αντικατοπτρίζουν την αλήθεια. «Το ήξερες πως ο χυμός φρούτων που αναγράφεται στα συστατικά στη συσκευασία είναι επεξεργασμένος σε τέτοιο βαθμό, ώστε να αποτελείται σχεδόν αποκλειστικά από ζάχαρη» είπε ένας εταιρικός επιστήμονας στον Μος. Ακόμα και το αλάτι, όπως αναφέρεται, είναι χημικά επεξεργασμένο και αναδομημένο, προκειμένου να παράγει την καλύτερη δυνατή γεύση.
Τα στελέχη τους τρέφονται υγιεινά
Στις δικές τους διατροφικές συνήθειες, οι περισσότεροι από τους επιστήμονες, τους ερευνητές και τα στελέχη των εταιρειών fast food αποφεύγουν τα προϊόντα που οι ίδιοι παράγουν. Ένας πρώην δοκιμαστής γνωστής εταιρείας αναψυκτικών εκμυστηρεύτηκε στον Μος πως αναγκάστηκε να σταματήσει να καταναλώνει το αναψυκτικό που δοκίμαζε, επειδή «δεν είναι καθόλου καλό για την υγεία μου». Τρώγοντας δείπνο με τον «ειδικό απόλαυσης» κ. Μόσκοβιτς, ο Μος διαπίστωσε πως ο ερευνητής απέφευγε να καταναλώσει τα ίδια προϊόντα, για τα οποία έχει δώσει αγώνα προκειμένου να προωθήσει. Ρωτώντας τον γιατί δεν ήθελε να πιει λίγο από το αναψυκτικό του, ο Μόσκοβιτς αρκέστηκε στο να απαντήσει: «Δεν πίνω αναψυκτικά. Κάνουν κακό στα δόντια».