Ο χωρισμός είναι πραγματικά δύσκολη υπόθεση. Το να ξεπεράσει όμως κάποιος έναν χωρισμό ίσως είναι ακόμη πιο δύσκολο. Οι φίλοι σας μάλλον σας συμβουλεύουν να βγάλετε το όλο θέμα από το μυαλό σας. Όμως, καινούριες έρευνες δείχνουν ότι οι επαναλαμβανόμενες σκέψεις σχετικά με το συγκεκριμένο θέμα – ακόμη και μέσω της συμμετοχής σε μια ερευνητική μελέτη – επιταχύνουν ουσιαστικά τη συναισθηματική ανάκαμψη.
Η Grace Larson από το Πανεπιστήμιο Νορθγουέστερν αναφέρει τα εξής: «Οι χωρισμοί συμβαίνουν παντού και οι περισσότεροι ενήλικες έχουν βιώσει τουλάχιστον έναν στη ζωή τους, ενώ συνήθως είναι κάτι πολύ οδυνηρό». Αφού μελέτησαν το θέμα των διαζυγίων και των χωρισμών για χρόνια χρησιμοποιώντας μακροπρόθεσμες μεθόδους, η Larson και ο τότε σύμβουλός της David Sbarra από το Πανεπιστήμιο της Αριζόνα θέλησαν να μελετήσουν κατά πόσον αυτές οι τεχνικές έρευνας επηρέαζαν τους συμμετέχοντες.
Advertisment
Η Larson ανησυχούσε μήπως οι μελέτες έβλαπταν τους συμμετέχοντες, κι εξηγεί: «Εκ πρώτης όψεως, φαίνεται σαν να υπενθυμίζουμε επανειλημμένα στους συμμετέχοντες ότι μόλις έχουν χωρίσει ζητώντας τους να περιγράφουν τον χωρισμό τους ξανά και ξανά κι αυτό θα μπορούσε να καθυστερήσει την ανάκαμψη». Πράγματι, στην καινούρια μελέτη τους, οι ερευνητές συζήτησαν με τους συμμετέχοντες ότι ίσως υπήρχαν πιθανά μειονεκτήματα από τη συμμετοχή τους στη μελέτη, πχ εμφάνιση συναισθηματικής δυσφορίας. Το παράξενο ήταν ότι τα αποτελέσματα έδειξαν εντελώς το αντίθετο.
Στη μελέτη, χώρισαν τους συμμετέχοντες σε 2 ομάδες: στη μία ομάδα εφάρμοσαν μια σειρά από μεθόδους για την παρατήρηση της αντιμετώπισης και των συναισθημάτων του χωρισμού (ερωτηματολόγια, ψυχοφυσιολογικές μετρήσεις, όπως η παρακολούθηση του καρδιακού ρυθμού ή μια μέθοδος που μοιάζει με συνέντευξη) και από την άλλη ομάδα ζήτησαν μόνο να συμπληρώσουν τα αρχικά και τα τελικά ερωτηματολόγια. Όλοι οι συμμετέχοντες είχαν βιώσει χωρισμό από μη έγγαμο βίο εντός των τελευταίων 6 μηνών.
Όπως δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Social Psychological and Personality Science», όσοι ολοκλήρωσαν την πιο εντατική μέθοδο και τις μετρήσεις 4 φορές και για πάνω από 9 εβδομάδες παρουσίασαν βελτιωμένη συνολική ανάκαμψη από τον χωρισμό. Οι ερευνητές εξέτασαν συγκεκριμένα την «αναδιοργάνωση αυτοαντίληψης», δηλαδή τη διαδικασία του να βλέπει κάποιος και να προσδιορίζει τον εαυτό του χωριστά από τον / την πρώην σύντροφό του αλλά και από τη σχέση. Η Larson τονίζει ότι ζητώντας από τους συμμετέχοντες να προβληματιστούν σχετικά με τις σχέσεις τους τους βοήθησαν να δημιουργήσουν μια ισχυρότερη αίσθηση του ποιοί είναι ως μεμονωμένα άτομα.
Advertisment
Η εργασία των επιστημόνων ταιριάζει απόλυτα με τις μελέτες που δείχνουν τον τρόπο που οι ερωτικές σχέσεις έχουν αντίκτυπο στην αυτογνωσία μας. Για παράδειγμα, η Larson παραθέτει το έργο του Art Aron και των συνεργατών του αποδεικνύοντας ότι στις στενές σχέσεις οι άνθρωποι αρχίζουν να αισθάνονται ότι ταυτίζονται με το άλλο πρόσωπο. Η διαδικασία της αναίρεσης αυτής της ψυχολογικής ταύτισης με τον σύντροφο είναι οδυνηρή. Η μελέτη παρέχει επιπλέον αποδείξεις ότι η αποκατάσταση της αντίληψης του εαυτού μας βελτιώνει πραγματικά τη γενικότερη κατάστασή μας.
Η μελέτη αυτή είναι μια από τις πρώτες που εξετάζουν κατά πόσον οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται στις συνήθεις μελέτες παρατήρησης της γενικής ψυχολογικής κατάστασης και της αντιμετώπισης του χωρισμού μπορούν από μόνες τους να επηρεάσουν την ψυχολογία των συμμετεχόντων. Οι ερευνητές δεν γνωρίζουν ακόμα ποιές ακριβώς πτυχές της μελέτης προκάλεσαν αυτές τις αλλαγές, αλλά υποψιάζονται ότι σχετίζονται με το γεγονός ότι οι συμμετέχοντες σκέφτονται τον χωρισμό τους πιο αποστασιοποιημένα. Η Larson συμπληρώνει: «Θα μπορούσε να οφείλεται απλώς στην επαναληπτική περιγραφή της εμπειρίας και στη συχνή διήγησή της και ειδικά όταν πρόκειται για μια διήγηση που περιλαμβάνει το κομμάτι της ανάκαμψης».
Ένας άλλος παράγοντας είναι το γεγονός ότι για τη μέτρηση της ψυχικής έντασης οι συμμετέχοντες χρειάστηκε να μιλήσουν για τον χωρισμό τους μπροστά σε ένα μαγνητόφωνο 4 φορές. Παρ’ όλο που η ομιλία δεν ήταν δομημένη όπως μια άσκηση έκφρασης συναισθημάτων, η δυνατότητα των συμμετεχόντων να εκφραστούν πιθανόν τους παρείχε τα οφέλη της εκφραστικής γραφής.
Η Larson αναγνωρίζει ότι οι περισσότεροι άνθρωποι που βιώνουν πρόσφατους χωρισμούς δεν θα έχουν τη δυνατότητα να συμμετέχουν σε μια επιστημονική μελέτη, αλλά προτείνει να βρουν άλλους τρόπους για να διηγούνται τακτικά τη διαδικασία της ανάκαμψής τους: «Για παράδειγμα, κάποιος που έχει χωρίσει θα μπορούσε να ελέγχει κάθε εβδομάδα τα συναισθήματα και τις αντιδράσεις του και να τα καταγράφει σε ένα ημερολόγιο ή να γράφει επανειλημμένως σχετικά με τη διαδικασία του χωρισμού του σαν να συζητούσε γι’ αυτό το θέμα με έναν ξένο.
Η ανάκαμψη μέσω μιας σαφούς και ανεξάρτητης αυτοαντίληψης φαίνεται ότι ενισχύει σε μεγάλο βαθμό τα θετικά αποτελέσματα αυτής της μελέτης. Συνεπώς, θα ήθελα να ενθαρρύνω όποιον έχει χωρίσει πρόσφατα να προχωρήσει στην αυτογνωσία εκτός σχέσης. Αν καταφέρει να προβληματιστεί σχετικά με τις πτυχές της προσωπικότητάς του τις οποίες ίσως είχε παραμελήσει κατά τη διάρκεια της σχέσης αλλά τώρα μπορεί να ασχοληθεί ξανά, είναι ιδιαίτερα χρήσιμο».