Παθητικότητα, επιθετικότητα ή διεκδικητικότητα;
Η διεκδικητικότητα είναι μια απαραίτητη δεξιότητα που διατηρεί τις ισορροπίες στις διαπροσωπικές μας σχέσεις. Πολλοί άνθρωποι συγχέουν την διεκδικητικότητα με την επιθετικότητα, την δυναμικότητα, την απαιτητικότητα. Η διεκδίκηση όμως είναι στην ουσία η χρυσή τομή ανάμεσα στην παθητικότητα και την επιθετικότητα.
Advertisment
Ο παθητικός άνθρωπος δεν αξιώνει τίποτα από τους γύρω του αλλά περιμένει οι άλλοι να ενδιαφερθούν για τις ανάγκες του και να τις ικανοποιήσουν. Ο επιθετικός, αντίθετα, απαιτεί διαρκώς την ικανοποίηση των αναγκών και των θέλω του, σε βάρος συχνά των δικαιωμάτων και των αναγκών των άλλων.
Ως διεκδικητικότητα περιγράφεται η συμπεριφορά σύμφωνα με την οποία γνωστοποιούμε με δυναμισμό και αποφασιστικότητα τα θέλω, τις ανάγκες και τις επιθυμίες μας στους άλλους, χωρίς όμως να απαιτούμε πάση θυσία την ικανοποίηση τους και χωρίς να τους τα επιβάλλουμε παρά τη θέληση τους. Ο διεκδικητικός άνθρωπος υπερασπίζεται τα δικαιώματα του αλλά παράλληλα σέβεται και τα δικαιώματα των άλλων.
Γιατί είμαι παθητικός; Η δύναμη της σκέψης
Advertisment
Αυτό που συνήθως εμποδίζει κάποιους ανθρώπους από το εκφράσουν διεκδικητικότητα είναι οι βασικές τους πεποιθήσεις. Οι πεποιθήσεις αυτές συνήθως λένε: «Αν μιλήσω θα χάσω τον έλεγχο και θα μαλώσω», ή «Τι και αν τα πω, κανείς δεν θα με ακούσει», ή «Καλύτερα να μη μιλήσω για να μη χάσω τη συμπάθεια τους».
Όλες αυτές οι πεποιθήσεις σας κρατούν εγκλωβισμένους σε μια παθητική συμπεριφορά από την οποία συνήθως βγαίνετε ζημιωμένοι καθώς μηρυκάζετε τις σκέψεις και τα συναισθήματα σας και πνίγεστε από αυτά. Και το παράλογο είναι πως ενώ ξέρετε που θα οδηγήσει η σιωπή σας, συνεχίζεται να την υπερασπίζεστε σαν κόρη οφθαλμού.
Μπορεί στην παιδική σας ηλικία να βιώσατε πολλές απαγορεύσεις και περιορισμούς, να μην εισακούγονταν η άποψη σας με αποτέλεσμα να μάθατε πως η παθητική συμπεριφορά είναι η πιο συμφέρουσα. Όμως ως ενήλικοι έχετε πλέον την ευθύνη να αποφασίσετε αν θα συνεχίσετε να λειτουργείτε με τον ίδιο τρόπο ή θα επιδιώξετε μια αλλαγή.
Ενοχές. Ξεφορτωθείτε τες!
Αρχικά θα πρέπει να ξεφορτωθείτε τις ενοχές. Νιώθετε ένοχοι στο ενδεχόμενο να δυσαρεστήσετε κάποιον. Νιώθετε ένοχοι αν οι άλλοι χρειαστεί να δαπανήσουν χρόνο για σας. Δεν είστε υπεύθυνοι για τα συναισθήματα ούτε για τις σκέψεις των άλλων. Αν οι άλλοι πληγωθούν, προβληματιστούν ή σοκαριστούν ακούγοντας πως και εσείς έχετε γνώμη, τότε αυτό δεν λέει κάτι για σας (πόσο αναίσθητοι είστε που τους πληγώνετε) αλλά κάτι για τους άλλους (ότι δεν σκέφτηκαν ποτέ ότι και εσείς δικαιούστε να έχετε άποψη). Και ο μόνος υπεύθυνος για αυτό, είστε εσείς αφού ποτέ δεν τολμήσατε να υποστηρίξετε την άποψη σας σοβαρά.
Οι διαρκείς ενοχές σας κρατάνε απλώς πίσω και σας αναγκάζουν να ζείτε μια διπλή ζωή: αυτή που δείχνετε στους άλλους προσποιούμενοι ότι είστε σύμφωνοι με όλα και αυτή που παίζετε μέσα στο μυαλό σας κάθε φορά που γυρνάτε σπίτι. Πείτε στον εαυτό σας «Έχω άποψη και δικαιούμαι να την πω, όπως όλοι. Δεν είναι κανείς υποχρεωμένος να συμφωνήσει μαζί μου αλλά θα πρέπει τουλάχιστον να με ακούσει»
Κανείς δεν διαβάζει τις σκέψεις σας. Μιλήστε!
Αφού λοιπόν πείσετε τον εαυτό σας να απεγκλωβιστεί από ανούσιες ενοχές και προθυμοποιηθείτε να μιλήσετε για αυτά που θέλετε, τίθεται το μεγάλο ερώτημα: «Πώς να το κάνω; Τι να πω;» Πολλοί άνθρωποι έχουν καταπιέσει τα θέλω και τα συναισθήματα τους τόσο πολύ καιρό που νιώθουν στην πραγματικότητα θυμό για τους άλλους, και τα λόγια που αυθόρμητα τους έρχονται στο μυαλό είναι άκρως επιθετικά. Εδώ κρύβεται μια παγίδα.
Δεν ευθύνονται οι άλλοι για το θυμό σας, αλλά εσείς. Δεν φταίνε οι άλλοι που τόσον καιρό δεν βάζετε τα προσωπικά σας όρια, δεν φταίνε οι άλλοι που δεν εκφράζετε τις αντιρρήσεις ή τα παράπονα σας. Αφού λοιπόν εσείς καταπιέζετε τον εαυτό σας, εσείς προκαλείτε και τον θυμό σας.
Μιλήστε χρησιμοποιώντας τον πρώτο ενικό. Περιγράψτε την κατάσταση, το πώς νιώθετε και το τι θέλετε ή περιμένετε από τους άλλους. Κοιτάξτε τους στα μάτια όταν μιλάτε, με ήρεμο και σταθερό τόνο φωνής σαν να λέτε κάτι απόλυτα φυσιολογικό.
«Όταν με ρωτάς κάθε δύο λεπτά αν τελείωσα, με αγχώνεις. Θα σε ενημερώσω εγώ αμέσως μόλις τελειώσω με τα έγγραφα».
«Όταν μου φωνάζεις διαρκώς, με αποσυντονίζεις. Θα με βοηθούσες αν κατέβαζες λίγο τον τόνο της φωνής σου»
Δεν είναι τόσο δύσκολο. Το μυστικό είναι στον τόνο της φωνής και στο ύφος σας. Τα ίδια λόγια μπορεί να λεχθούν με μοχθηρία, θυμό, εκνευρισμό ή ευγένεια και ηρεμία. Προτιμήστε τα δύο τελευταία. Αποφύγετε κατηγορίες και μομφές και αποφύγετε με κάθε τρόπο τις δικαιολογίες. Δεν είστε κατηγορούμενοι για κάτι.
Η γλώσσα του σώματος μετράει
Τα λόγια, όσο ισχυρά και θετικά και αν είναι, χρειάζεται να συνοδεύονται από τα αντίστοιχα μη λεκτικά στοιχεία. Εμπνέεται εμπιστοσύνη και δυναμισμό όταν συμπεριφέρεστε ανάλογα. Κοιτάξτε τον συνομιλητή σας στα μάτια, μην αποφεύγετε το βλέμμα του. Μιλήστε δυνατά και κατανοητά. Ισιώστε το σώμα σας και πάρτε μια στάση χαλαρή και αποφασιστική. Σαν να του ζητάτε κάτι απολύτως φυσιολογικό, όπως ένα ποτήρι νερό. Μιλήστε αφού έχετε εξασφαλίσει την προσοχή του.
Διαχειριστείτε την απόρριψη
Ας μη γελιόμαστε. Το ότι βάλατε τα δυνατά σας, εξασκηθήκατε ώρες μπροστά στον καθρέφτη, βρήκατε τα κατάλληλα λόγια και το κουράγιο να ζητήσετε εκείνη την άδεια που θέλατε εδώ και μήνες, δεν σημαίνει ότι οπωσδήποτε θα την πάρετε. Αν απογοητευτήκατε, και σκέφτεστε να τα παρατήσετε, κακώς. Το σημαντικότερο όλων είναι πως καταφέρατε αυτό που τόσο καιρό θεωρούσατε βουνό: να ζητήσετε άδεια από τον διευθυντή σας.
Και αφού το κάνατε μια φορά μπορείτε να το κάνετε και δεύτερη, και τρίτη. Κανείς δεν γίνεται διεκδικητικός με την πρώτη προσπάθεια και κανείς διεκδικητικός δεν παίρνει πάντα αυτό που θέλει. Αλλά σίγουρα νιώθει καλύτερα με τον εαυτό του, οι άλλοι ξέρουν τι περιμένει από αυτούς και φυσικά ικανοποιούνται οι ανάγκες του σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από αυτόν που τις κρατάει ως επτασφράγιστο μυστικό.
Βάλια Παυλίδου – Μsc Κοινωνικής Κλινικής Ψυχολογίας ΑΠΘ, Γνωστική Συμπεριφορική Θεραπεία