Χτίστε μια όμορφη Ελλάδα αντί να την κλαίτε.
Τα μοιρολόγια δεν οδηγούν πουθενά, ενώ τα όνειρα φέρνουν νέα οράματα.
Απόσπασμα από το βιβλίο της Ζοέλ Λοπινό «Το Διαμαντένιο Σώμα» Εκδόσεις Καστανιώτη
Advertisment
Η αίθουσα άδειασε σιγά σιγά. Ο δρόμος πλημμύρισε με ξέφτια από αγαπημένα άσματα που ψιθύριζαν οι θαμώνες καθώς έφευγαν, κρατώντας μέσα τους ένα μπουκέτο της όμορφης ενέργειας της βραδιάς. Το υπόλοιπο της ενέργειας συνέχισε να στροβιλίζεται χαρούμενα γύρω από τους στενούς φίλους του Φοίβου, που έκατσαν να πιουν ένα τελευταίο ποτηράκι για ν’ ανταλλάξουν τα νέα τους. Με αφετηρία τις δυσκολίες που συναντούσε ο καθένας, οι πολιτικές αντιπαραθέσεις φλόγωσαν, όπως συνέβαινε συχνά τα τελευταία χρόνια της κρίσης. Η αγανάκτηση, ο φόβος οξύνθηκαν. Η σκιά τότε άρχισε να μάχεται με το φως. Ποιο από τα δύο θα επικρατούσε στο τέλος;
Η κουβέντα επέτρεπε να εκτονωθεί ο θυμός τους, ωστόσο δεν κατέληγε πουθενά. Παρά μόνο χτυπιόταν επίμονα στα κυκλώπεια τείχη της άρνησης. Οι άνθρωποι αρνούνταν πεισματικά να μάθουν το μάθημά τους. Αρνούνταν να συμβιβαστούν με τα νέα δεδομένα προκειμένου ν’ αλλάξουν σιγά σιγά• προκειμένου να οραματιστούν μια νέα πραγματικότητα που να σέβεται επιτέλους τον άνθρωπο και τον πλανήτη. Τα αποκαΐδια ενός συστήματος, μιας υλιστικής εποχής, απανθρακώνονταν, δίνοντας μια αίσθηση χάους. Το κάστρο του αθέμιτου κέρδους, καθώς κατέρρεε, σκόρπιζε ανασφάλεια και μια αόρατη απειλή.
Νιώθοντας την απόγνωση τους, η Αλκυόνη θέλησε να τους ηρεμήσει:
Advertisment
«Μη φοβάστε, όλα για το καλό μας γίνονται».
Τι ήταν να το πει! Την κοίταξαν λες και είχε προφέρει βλασφημία. Μια θύελλα ξεσηκώθηκε. Την αποπήραν με οργή σχεδόν, εκτός από την Κάρμεν και τον Σπύρο, που είχαν προχωρήσει στο δρόμο της επίγνωσης και συνεπώς συμμερίζονταν την άποψη της. Ο Φοίβος δεν μίλησε, την παρατηρούσε με βαθιά απορία, σαν να έμπαινε μια σταλαγματιά φωτός μέσα του.
«Προφανώς εσύ δεν έχεις προβλήματα για να τα λες αυτά!» φώναξε ένας κακομοίρης με κατακίτρινα δάχτυλα από τη νικοτίνη.
«Γιατί; Ζω σ’ άλλο πλανήτη;»
Τους κοίταξε όλους, έναν έναν, στα μάτια. Το βλέμμα της έντονο.
«Είμαι βέβαιη ότι πριν από μερικά χρόνια εσείς οι ίδιοι μουρμουρίζατε ότι η διαφθορά και η υπερβολή της κατανάλωσης χάλασαν τη χώρα μας. Ότι έχει ξεφύγει η κατάσταση. Ότι ο Έλληνας γέμισε αλαζονεία, υπεροψία, και έχασε την ανθρωπιά του», συνέχισε με ήρεμη φωνή.
«Άλλο το ένα κι άλλο το άλλο!»
«Καθόλου άλλο! Οι ιδέες σας ανέτρεψαν τις καταστάσεις για το καλό της κοινωνίας».
«Τι είναι αυτά που μας τσαμπούνας, βρε κοπελιά;»
«Σας μιλώ για το νόμο της έλξης που διέπει το σύμπαν. Για την ενέργεια των σκέψεών μας που χτίζουν τη ζωή μας σύμφωνα με τις ιδέες που καλλιεργούμε μέσα μας».
«Α! Καλά, αυτή έχει ξεφύγει…»
Έκλεισε την παρέμβασή της με μια παρότρυνση:
«Χτίστε μια όμορφη Ελλάδα αντί να την κλαίτε. Τα μοιρολόγια δεν οδηγούν πουθενά, ενώ τα όνειρα φέρνουν νέα οράματα»