Γινόμαστε ευερέθιστοι, αγχωμένοι και εκνευρισμένοι για πολλούς διαφορετικούς λόγους και με άπειρους, μοναδικούς τρόπους. Τέτοιες συναισθηματικές αποχρώσεις σχετίζονται άμεσα με μια εσωτερική εμπειρία άγχους. Η κατανόηση αυτού είναι το βασικό κλειδί για την σωστή απόκριση σε αυτές τις συμπεριφορές.
Ιδανικά, μαθαίνουμε να αυτό-ανακουφιζόμαστε με εποικοδομητικούς τρόπους που αμβλύνουν την ένταση η την αυτοκαταστροφική συμπεριφορά. Καθώς δεν μπορούμε πάντα να αυτό-ανακουφιστούμε όμως, ορισμένες φορές χρειαζόμαστε οι άλλοι να μας προσφέρουν στήριξη.
Advertisment
Ίσως βιώναμε συχνά επιθετικότητα ή απομόνωση από τους φροντιστές μας ως μικρά παιδιά. Ίσως να έχουμε βιώσει κάποια τραυματικό γεγονός που χρειάζεται ακόμα να πενθήσουμε ή να επιλύσουμε. Ή ίσως και να βρισκόμαστε εν μέσω κάποιας δύσκολης περιόδου στη σχέση μας. Μπορεί απλώς να έχουμε μάθει ή με κάποιο τρόπο να έχουμε την προδιάθεση να νιώθουμε ένα μεγάλο συναισθηματικό εύρος.
Τι κάνουμε όμως όταν θέλουμε εμείς να προσφέρουμε στήριξη στον αγχωμένο συνομιλητή μας; Ας ξεκινήσουμε με το «τυπικό άγχος». Αν υπήρχε ένα «μέτρο άγχους» από το 1-10, τότε το «τυπικό» είναι το 1, ίσως κάποιες φορές και το 2. Όλοι έχουμε χαμηλά επίπεδα νευροχημικών ουσιών όπως σεροτονίνη και νορεπινεφρίνη στον εγκέφαλό μας και χαμηλά επίπεδα ορμονών όπως κορτιζόλη και ωκυτοκίνη στο αίμα μας που μας βοηθούν να λειτουργούμε νιώθοντας πράγματα που μας κάνουν να αλληλεπιδρούμε στον κοινωνικο-σχεσιακό κόσμο. Είναι κρίσιμο να καταλάβουμε ότι και αυτό που νιώθουμε και βιώνουμε, αλλά και αυτό που παρατηρούμε έχει νευροφυσιολογική και ορμονική βάση.
Όταν παρατηρούμε κάποιον να δείχνει σημάδια σύγχυσης, η πιο αποτελεσματική προσέγγιση είναι η υποστηρικτική και η μη αντιδραστική. Η συμπεριφορά μπορεί να αρχίσει να εκδηλώνει κάποιες ελαφριές διακυμάνσεις από αυτό που είναι αποδεκτό ή φυσιολογικό. Αν παρατηρήσουμε ότι νιώθουμε νευρικοί ή εκνευρισμένοι σε ένα επίπεδο 2,3 ή 4 στο υποτιθέμενο «μέτρο άγχους», τότε είναι πιθανό να μπορούμε να αυτό-ανακουφιστούμε μόνοι μας.
Advertisment
Με τους άλλους, συμπεριλαμβανομένων των παιδιών, η καλύτερη δυνατή προσέγγιση σε αυτό το σημείο είναι να παρατηρούμε το άγχος τους και να προσφέρουμε στήριξη χωρίς να είμαστε πολύ κατευθυντικοί, αυστηροί και χωρίς να χρησιμοποιούμε πολύ την σωματική επαφή. Αντιθέτως, να δείχνουμε ενσυναίσθηση και διαθεσιμότητα.
Όταν το άγχος φτάσει σε ένα 5 ή 6, αρχίζουμε να χάνουμε την ικανότητά μας να σκεφτόμαστε λογικά και να έχουμε καθαρό νου στον ίδιο βαθμό που νιώθουμε εκείνη τη νευρική ενέργεια μέσα μας. Σε αυτό το σημείο, μπορεί να είναι χρήσιμο να προσφέρουμε μια πιο λογική οπτική, την οποία ένα άτομο σε άμυνα δεν μπορεί εκείνη τη στιγμή να διακρίνει. Και για να ακουστείτε πραγματικά, χρειάζεται να παραμείνετε σε μία μη αντιδραστική, μη επικριτική στάση του σώματος. Σε αυτή την περίπτωση, βοηθά επίσης να είστε πιο άμεσοι και ξεκάθαροι: να επικοινωνείτε καθαρά όρια, να προσφέρετε καθαρές επιλογές και τις συνέπειές τους.
Ορισμένες φορές, αντιλαμβανόμαστε ότι ο συνομιλητής μας χάνει σχεδόν εντελώς το λογικό του υπόβαθρο. Αυτό συμβαίνει ιδιαίτερα όταν υπάρχει σωματική εκδραμάτιση και το «μέτρο του άγχους« φτάνει πια σε ένα 8 ή 9. Η πιο αποτελεσματική προσέγγιση σε αυτή τη συμπεριφορά απαιτεί να μείνουμε σταθεροί, αμετάπειστοι αλλά μη επιθετικοί.
Όταν ένα άτομο φτάσει σε ένα συναισθηματικό ζενίθ, αρχίζει να αποσυμπιέζεται και να νιώθει κάποια δυσάρεστα, αλλά ήρεμα συναισθήματα. Τώρα η ορμή έχει φύγει, ίσως να υπάρχει κλάμα και άλλες πιο ανταποδοτικές συμπεριφορές. Μετά από πολύ έντονα και ορμητικά συναισθήματα, ο ίδιος ο οργανισμός μας μπαίνει σε mode χαλάρωσης. Μπορεί να βιώνουμε ένα είδος κάθαρσης ή την απελευθέρωση της έντασης.
Εδώ δεν είναι ασυνήθιστο να προσπαθούμε απεγνωσμένα να εκλογικεύσουμε τα πράγματα με τρόπους που να δικαιολογούν όποια συμπεριφορά έχουμε προηγουμένως επιδείξει. Και αυτό συμβαίνει επειδή το «μέτρο της λογικής» αρχίζει αργά και σταθερά να ανεβαίνει καθώς το άγχος και ο θυμός μας υποχωρούν.
Είναι σημαντικό και πιο αποτελεσματικό σε αυτό το σημείο να συνεχίσουμε με ενσυναίσθηση και ενεργητική ακρόαση. Επιπλέον, ειδικά με τα δικά μας παιδιά, είναι βοηθητικό να μπούμε σε μια διαδικασία ανάλυσης του τι συνέβη. Συνεπώς, βλέπουμε ότι είναι κρίσιμης σημασίας να αναγνωρίζουμε το στάδιο της κάθε έκρηξης (άγχους ή οργής) και αναλόγως να επιλέγουμε την αντίστοιχη συμπεριφορά, ώστε να ανακουφίσουμε (και να ανακουφιστούμε).
Blake Griffin Edwards, σύμβουλος ζεύγους και οικογένειας