Η ωχρά κηλίδα είναι το κεντρικό τμήμα του αμφιβληστροειδούς χιτώνα, ο οποίος βρίσκεται στο πίσω μέρος του ματιού και φέρει τους φωτοϋποδοχείς της όρασης, δηλαδή δύο ομάδες κυττάρων που λέγονται ραβδία και κωνία. Η ωχρά κηλίδα είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη στο φως και άρα υπεύθυνη για την ευκρινή όραση και την αντίληψη των χρωμάτων, των σχημάτων και των φωτοσκιάσεων.
Όταν η ωχρά κηλίδα αλλοιώνεται, τότε η κεντρική όραση μειώνεται και μάλιστα ο άνθρωπος το αντιλαμβάνεται αυτό με παραμορφώσεις και σκοτεινά σημεία τα πράγματα γύρω του. Η εκφύλιση της ωχράς κηλίδας μπορεί να είναι ξηρού ή υγρού τύπου. Στην ξηρού τύπου ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς, η απώλεια της όρασης οφείλεται στη μακροχρόνια εναπόθεση πρωτεϊνών και λιπιδίων στον αμφιβληστροειδή. Οι εναποθέσεις αυτές μοιάζουν με κίτρινες κουκκίδες.
Advertisment
Στο επιστημονικό περιοδικό Science Translational Medicine, Αμερικανοί επιστήμονες δημοσίευσαν μια θεραπευτική μέθοδο της εκφύλισης της ωχράς κηλίδας ξηρού τύπου, με μεταμόσχευση βλαστοκυττάρων τα οποία διατηρούν και αποκαθιστούν την όραση των ασθενών της συγκεκριμένης νόσου. Η μελέτη τους είναι μία πιλοτική μελέτη με πέντε ασθενείς να δέχονται τη θεραπεία.
Τα αποτελέσματα ήταν άμεσα και ενθαρρυντικά για περαιτέρω έρευνες και μελέτες. Οι τέσσερις από τους πέντε ασθενείς, βλέπουν πολύ καλύτερα, πράγμα που σημαίνει ότι η απώλεια της όρασης έχει ανασταλεί. «Οι δύο απ’ αυτούς είδαν μεγάλη βελτίωση στην ικανότητα εστίασης, καθώς μετά τη θεραπεία μπορούσαν πλέον να καθοδηγήσουν την όρασή τους σε συγκεκριμένα σημεία και αντικείμενα στον χώρο.
Αυτή είναι μία βασική ικανότητα των ματιών μας με την οποία μπορούμε να διαβάσουμε ή να κοιτάξουμε κάποιον στο πρόσωπο», μας λέει ο επικεφαλής καθηγητής Κλινικής Οφθαλμολογίας Αμίρ Κασάμι, της Ιατρικής Σχολής Keck, στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνια. Ο πέμπτος ασθενείς μάλιστα παρουσίασε τέτοια βελτίωση που μπορούσε να διαβάσει δεκαεπτά επιπλέον γράμματα στο τεστ οπτικής οξύτητας.
Advertisment
Μέχρι σήμερα δεν έχουμε ίαση ή θεραπεία για την εκφύλιση ωχράς κηλίδας ξηρού τύπου, γι’ αυτό και οι έρευνες αλλά και τα ενθαρρυντικά αποτελέσματα σε αυτό τον τομέα είναι καλοδεχούμενα από ολόκληρη την Ιατρική κοινότητα.