Το τελευταίο διάστημα παρατηρείται όλο και περισσότερο μια διατροφική τάση των ανθρώπων να στρέφονται προς την ενισχυμένη πρόσληψη πρωτεϊνών. Αυτό μπορεί να οφείλεται τόσο στην αναγνωρισμένη συμβολή των πρωτεϊνών στην αθλητική απόδοση και τη σύνθεση μυϊκής μάζας, όσο και στη θεωρία που θέλει μια πρωτεϊνική διατροφή να βοηθά στον περιορισμό του λίπους και τη διατήρηση ενός υγιούς σωματικού βάρους.
Στο πλαίσιο αυτό, μια νέα έρευνα έριξε φως στις επιδράσεις μιας πλούσιας σε πρωτεΐνες διατροφής στο μικροβίωμα του εντέρου και τη συνολική υγεία. Η μελέτη που παρουσιάζεται στο ASM Microbe, διερευνά πώς η παρουσία άπεπτης πρωτεΐνης στο παχύ έντερο μπορεί να ζυμωθεί για την παραγωγή ωφέλιμων μεταβολιτών, όπως τα λιπαρά οξέα βραχείας αλυσίδας (SCFAs) ή να οδηγήσει στην παραγωγή επιβλαβών μεταβολιτών, όπως η αμμωνία και τα σουλφίδια, που συνδέονται με γαστρεντερικές διαταραχές και άλλα προβλήματα υγείας.
Advertisment
Η ερευνητική ομάδα διεξήγαγε μια σειρά πειραμάτων σε ποντίκια, ανακαλύπτοντας ότι η μετάβαση σε μια διατροφή πλούσια σε πρωτεΐνες οδήγησε σε σημαντική απώλεια βάρους, μείωσε το σωματικό λίπος και προκάλεσε άμεσες αλλαγές στο μικροβίωμα του εντέρου. Η μελέτη συνέκρινε επίσης διαφορετικές πρωτεϊνικές δίαιτες για να εξετάσει τις επιδράσεις των επιμέρους αμινοξέων στη σύνθεση και τη δραστηριότητα του εντερικού μικροβιώματος. Διαπιστώθηκε, ειδικότερα, ότι τα ποντίκια που κατανάλωναν πρωτεΐνες πλούσιες σε αρωματικά αμινοξέα παρουσίασαν τη μεγαλύτερη απώλεια βάρους και λιπώδους μάζας σε σύγκριση με εκείνα που ακολουθούσαν μια δίαιτα με τυπική πρωτεΐνη ή πλούσια σε αμινοξέα διακλαδισμένης αλυσίδας.
Θέλοντας να μάθει περισσότερα για τις επιδράσεις των αμινοξέων μιας πλούσιας σε πρωτεΐνες διατροφής στα βακτήρια του εντέρου, η ομάδα διεξήγαγε ένα πείραμα 4 εβδομάδων με 16 ποντίκια. Αρχικά, τα ποντίκια έλαβαν μια τυπική δίαιτα chow για 2 εβδομάδες, ενώ για τις επόμενες 2 εβδομάδες, έλαβαν δίαιτες πλούσιες σε ισοαζωτούχες πρωτεΐνες, εμπλουτισμένες είτε με αμινοξέα διακλαδισμένης αλυσίδας, είτε με αρωματικά αμινοξέα. Οι ερευνητές συνέλεγαν σε καθημερινή βάση δείγματα κοπράνων και εβδομαδιαίες μετρήσεις της σύστασης του σώματος, ώστε να παρακολουθούν τις μεταβολές στη μάζα λίπους και τη μάζα χωρίς λίπος.
Η σύγκριση της μικροβιακής σύνθεσης στις 4 ομάδες πρωτεϊνών αποκάλυψε σημαντικά διαφορετική αφθονία και σύνθεση μικροβιακών ταξινομικών ομάδων μετά τον εμπλουτισμό με πρωτεΐνες. Χρησιμοποιώντας τεχνικές μηχανικής μάθησης, οι ερευνητές προέβλεψαν τις πρωτεϊνικές δίαιτες με βάση τις μικροβιακές ταξινομικές ομάδες του εντέρου με ακρίβεια 97%, επιβεβαιώνοντας τη σχέση μεταξύ της διατροφής και των αλλαγών στο εντερικό μικροβίωμα.
Advertisment
Συνολικά, τα γένη των βακτηρίων του εντέρου ανταποκρίθηκαν διαφορετικά στις αλλαγές της διατροφής, μεταβαίνοντας από τις συνήθεις δίαιτες υδατανθράκων στις πρωτεϊνικές δίαιτες και κυρίως σε διαφορετικές ομάδες αμινοξέων. Οι πιο ουσιαστικές αλλαγές σημειώθηκαν στην ομάδα που σιτιζόταν με αμινοξέα διακλαδισμένης αλυσίδας. Αν και είναι πολύ νωρίς για να υποστηριχθεί με βεβαιότητα ότι οι πρωτεϊνικές δίαιτες προκάλεσαν όλες τις παρατηρούμενες αλλαγές στη σύνθεση του σώματος και τα βακτήρια του εντέρου, το συνεπές μοτίβο των αλλαγών υποδεικνύει μια αρκετά ασφαλή συσχέτιση μεταξύ των πρωτεϊνικών διαιτών και των αλλαγών στο εντερικό μικροβίωμα.
«Τα ευρήματα αυτά παρέχουν μια κρίσιμη βάση για την κατανόηση του τρόπου με τον οποίο οι πρωτεϊνικές δίαιτες επηρεάζουν το μικροβίωμα του εντέρου και ανοίγουν πόρτες για περαιτέρω έρευνες σχετικά με το ρόλο της διατροφής στην προώθηση ενός υγιούς εντέρου και της συνολικής υγείας», δήλωσε ο Samson Adejumo, υποψήφιος διδάκτορας Βιολογίας του Πανεπιστημίου του Ιλινόις στο Σικάγο.
Με πληροφορίες από www.ygeiamou.gr