,

Πώς η αποδοχή του θανάτου κάνει τη ζωή μας πλουσιότερη

«Αυτός που θα δίδασκε τους άνδρες να πεθαίνουν θα τους δίδασκε και να ζήσουν» – Μισέλ ντε Μονταίν Πριν από λίγες μέρες, ξύπνησα νωρίς

Πώς η αποδοχή του θανάτου κάνει τη ζωή μας πλουσιότερη

«Αυτός που θα δίδασκε τους άνδρες να πεθαίνουν θα τους δίδασκε και να ζήσουν» – Μισέλ ντε Μονταίν

Πριν από λίγες μέρες, ξύπνησα νωρίς το πρωί και κοίταξα δίπλα μου. Είδα την κοπέλα μου να κοιμάται βαθιά και παρατήρησα πόσο όμορφη ήταν και σκέφτηκα όλες τις όμορφες στιγμές που έχουμε ζήσει μαζί τα τελευταία δυόμιση χρόνια. Αμέσως μετά, σκέφτηκα ότι θα έρθει μια στιγμή στο μέλλον που δεν θα είναι εδώ μαζί μου πια. Όχι ότι σχεδιάζει να φύγει – καμία σχέση.

Advertisment

Αλλά όπως κάθε άνθρωπος στη γη, είναι κι αυτή μια ταξιδιώτισσα που έχει κάνει μια στάση προσωρινά σε αυτό τον κόσμο. Εκείνο το πρωινό μού υπενθύμισα πόσο προσωρινή είναι η ζωή μας και ασχέτως του πόσο δεδομένο παίρνουν κάποιον, αργά ή γρήγορα ο θάνατος (που δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία πλευρά της ζωής, θα τον/την πάρει μακριά από εμάς, ασχέτως του πόσο δεν θέλουμε αυτό να συμβεί.

Ο θάνατος είναι πάντα εδώ, στέκεται υπομονετικά στο πλάι μας, μας συνοδεύει σε κάθε βήμα που κάνουμε και ανά πάσα στιγμή μπορεί να πέσουμε ξαφνικά στην αγκαλιά του. Και ένα πράγμα είναι βέβαιο: όλοι θα πέσουμε.

Το ταξίδι της ζωής είναι έως ένα βαθμό απρόβλεπτο, αλλά το κομμάτι εκείνο που ονομάζεται θάνατος σίγουρα δεν είναι. Φυσικά, δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε πότε ακριβώς θα συμβεί, αλλά μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι θα συμβεί. Με άλλα λόγια, ο θάνατος είναι αναπόφευκτος, και όπως μου αρέσει να λέω, από τη στιγμή που γεννιόμαστε είμαστε προορισμένοι να πεθάνουμε.

Advertisment

Παρ’ όλα αυτά, οι περισσότεροι δεν σκεφτόμαστε το θάνατο, και μάλιστα υποκρινόμαστε ότι δεν θα συμβεί σύντομα. Για όσα χρόνια ζούμε, ακούμε συνεχώς γύρω μας για θάνατο, κι όμως πιστεύουμε εσφαλμένα ότι δεν θα είμαστε οι επόμενοι.

Δεν δίνουμε πολύ προσοχή στη δύναμη που έχει ο θάνατος πάνω μας, όχι επειδή δεν ενδιαφερόμαστε γι’ αυτό – το αντίθετο, ενδιαφερόμαστε τόσο πολύ που και μόνο η ιδέα του θανάτου μας τρομάζει. Ή, για να το θέσω διαφορετικά, ο θάνατος μας τρομάζει μέχρι θανάτου. Δεν είναι περίεργο λοιπόν που κάνουμε ό,τι μπορούμε για να αποφύγουμε τη σκέψη του.

Αναρωτηθείτε πόσες φορές στη ζωή σας έχετε συζητήσει βαθιά γι’ αυτό το θέμα. Δεν είναι και πολλές, σωστά; Ο θάνατος είναι ένα θέμα ταμπού στον πολιτισμό μας, κάτι για το οποίο δεν χρειάζεται φαινόμαστε ανοιχτοί να συζητήσουμε.

Αλλά γιατί; Γιατί ο θάνατος μας φοβίζει τόσο που δεν θεωρούμε φυσιολογικό να μιλάμε γι’ αυτόν; Η απάντηση είναι η προσκόλληση. Είμαστε τόσο προσκολλημένοι στο είδος της ζωής που έχουμε συνηθίσει να ζούμε που κρεμιόμαστε από πάνω της όσο μπορούμε για να μη μας φύγει.

Προσκολλόμαστε στους συντρόφους μας, στα υλικά αποκτήματα και σε τόσα άλλα πράγματα που η απώλειά τους θα μας καταρρακώσει. Θέλουμε να μας ανήκουν και κάνουμε το καλύτερό μας για να τα κρατήσουμε στη ζωή μας.

Κι όμως, όλες μας οι προσπάθειες είναι μάταιες. Η ζωή αλλάζει συνεχώς, κινείται, ρέει, και ασχέτως του πόσο πολύ εμείς προσπαθούμε την ελέγξουμε, αυτή πάντα μας απογοητεύει. Και ύστερα έρχεται ο θάνατος να μας πάρει όλα όσα έχουμε, να μας αφήσει με άδεια χέρια. Η συζήτηση για το θάνατο μας υπενθυμίζει αυτή τη σκληρή αλήθεια, και δεν τολμούμε να την αντιμετωπίσουμε κατάματα. Τρέχουμε μακριά από αυτόν σαν να είναι ο χειρότερος εχθρός μας, αλλά στο τέλος πάντα εμφανίζεται μπροστά μας, μας κοιτά με το παραλυτικό του βλέμμα μέσα στα μάτια.

Όταν, για παράδειγμα, ένας αγαπημένος μας άνθρωπος πεθαίνει, υποφέρουμε και είμαστε ανίκανοι να διαχειριστούμε την κατάσταση. Ο θάνατος μας βρίσκει απροετοίμαστους και σοκαριζόμαστε από την παρουσία του, νιώθοντας σαν να χάνουμε το έδαφος κάτω από τα πόδια μας.

Ο θάνατος δεν μας επηρεάζει περιστασιακά μόνο σε δύσκολες στιγμές όπως η προηγούμενη. Καθώς εμείς συνεχώς προσπαθούμε να τον αποφύγουμε, ο θάνατος συνεχώς μας στοιχειώνει, δημιουργώντας τρομακτικά έντονη συναισθηματική ένταση στον ψυχισμό μας.

Η συνεχής επιθυμία να ελέγξουμε τη φυσική ροή της ζωής μας γεμίζει με άγχος. Το αποτέλεσμα είναι συνεχές και επίμονο στρες, δεν μπορούμε να μείνουμε στο εδώ και τώρα, πάντα κάτι κυνηγάμε.

Υπάρχει ένας καλός λόγος που όλοι οι σπουδαίοι φιλόσοφοι και διδάσκαλοι μιλούσαν για τη σημασία της αποδοχής του θανάτου και της προσωρινότητας της ζωής. Ο Βούδας, για παράδειγμα, σύστηνε μάλιστα διαλογισμό πτώματος. Γι’ αυτό στους πρώιμους χρόνους οι Βουδιστές μοναχοί αναζητούσαν στα δάση ένα πτώμα και όταν το έβρισκαν, κάθονταν μπροστά του και διαλογίζονταν πάνω στο θάνατο, ώστε να εξοικειωθούν με τη δική τους θνητότητα. «Αυτό το σώμα, επίσης», έλεγαν για το δικό τους, «τέτοια είναι η φύση του, τέτοιο το μέλλον του και τέτοιο το αναπόφευκτο πεπρωμένο του».

Σήμερα, είναι συνηθισμένο οι Βουδιστές μοναχοί να εξασκούν αυτό το είδος διαλογισμού με φωτογραφίες ανθρώπων που έχουν φύγει από τη ζωή. Μάλιστα, ορισμένοι από αυτούς μεταφέρουν μαζί τους φωτογραφίες πτωμάτων ώστε να υπενθυμίζουν στον εαυτό τους την ύπαρξη του θανάτου!

Μπορεί να φαίνεται τρελό και υπερβολικό στους περισσότερος, ειδικά στον δυτικό πολιτισμό, αλλά δεν νομίζω ότι είναι. Κι αυτό επειδή ο συγκεκριμένος διαλογισμός μας βοηθά στην πραγματικότητα να ζήσουμε μια πληρέστερη, πλουσιότερη ζωή.

Αρχικά, συνειδητοποιώντας το δώρο της ζωής και τη σωστή χρήση του. Επιπλέον, μπορούμε να μάθουμε να διαχειριζόμαστε την αλλαγή, η οποία βρίσκεται στον πυρήνα της ύπαρξης. Έτσι, δεν θα είμαστε ποτέ απροετοίμαστε για το θάνατο και θα μπορέσουμε να αποδιώξουμε εκείνη την επίμονη συναισθηματική ένταση που προκαλεί η συνεχής αποφυγή του.

Όπως έλεγε ο Edmund Wilson: «ο θάνατος είναι μια προφητεία που ποτέ δεν αποτυγχάνει», με κάθε ανάσα που παίρνουμε ερχόμαστε πιο κοντά του. Οπότε είναι καλύτερα να είμαστε έτοιμη για τη στιγμή κατά την οποία θα φτάσουμε στον προορισμό μας. Και δεν χρειάζεται αυτό να μας θλίβει, αλλά το αντίθετο, να μας κινητοποιεί να ζήσουμε πραγματικά.

Αυτό υπενθύμισα στον εαυτό μου εκείνο το πρωινό, όταν σκέφτηκα ότι εγώ και η κοπέλα μου δεν θα είμαστε για πολύ καιρό μαζί: Να εκτιμώ ότι τώρα είναι εδώ και να απολαμβάνω στο μέγιστο την παρουσία της. Αντί να πανικοβάλλομαι για το μέλλον.

Τελικά όλες οι σχέσεις είναι βραχυπρόθεσμες – αργά ή γρήγορα τελειώνουν. Και τα πράγματα που έχουμε αποκτήσει δεν ήταν ποτέ δικά μας εξαρχής, αλλά τα απολαύσαμε για όσο ζούμε. Ας εκμεταλλευτούμε, λοιπόν, στο μέγιστο τη ζωή μας και ας βυθιστούμε στο παρόν, στύβοντας όλους τους χυμούς που μπορεί να μας προσφέρει.

Sofo Archon – Photo: Author/Depositphotos

Λάβετε καθημερινά τα άρθρα μας στο e-mail σας

Σχετικά θέματα

Αλεξιθυμία | Πώς είναι να ζεις όταν δεν μπορείς να ξεχωρίσεις τα συναισθήματά σου;
Αφαντασία και υπερφαντασία: Δύο παράξενα φαινόμενα που επηρεάζουν έως και το 9% του πληθυσμού
Η βιολογία της θλίψης: Γιατί είναι τόσο σημαντικό να εκφράζουμε τα αρνητικά συναισθήματα
Τι έχει πραγματικά αξία στη ζωή;

Πρόσφατα Άρθρα

Εναλλακτική Δράση