Η σύγκρουση συνιστά ένα αναπόσπαστο και φυσιολογικό κομμάτι της ζωής μας. Αναπόφευκτα διαφωνούμε με άλλους αναφορικά με τις αξίες, τις πεποιθήσεις, τη συμπεριφορά μας και με πολλά άλλα.
Ως ψυχίατρος θα πω ότι χρειάζεται να εστιάσουμε και στις συγκρούσεις εντός της οικογένειας και των σχέσεών μας. Ξεκινώντας από το κοντινό μας πλαίσιο, στη συνέχεια μπορούμε να κινηθούμε προς το ευρύτερο. Από την κλινική μου εμπειρία, οι σχέσεις ισχυροποιούνται, δυναμώνουν μέσω της επίλυσης μιας σύγκρουσης.
Advertisment
Αλλά η επίλυση χρειάζεται εξάσκηση. Απαιτεί το χτίσιμο διαπροσωπικών δεξιοτήτων, απαραιτήτων σε μια τρυφερή σχέση στο σπίτι, στη φιλία και στην κοινότητα. Η διαδικασία της επίλυσης μιας σύγκρουσης επίσης χτίζει και τη δική μας ανθεκτικότητα. Στις οικογένειες, υπάρχουν δύο καταστάσεις που με ανησυχούν κλινικά:
1. Οι οικογένειες που ποτέ δεν καυγαδίζουν, που δεν υπάρχει ούτε εμφανής μα ούτε και κρυμμένη σύγκρουση.
2. Οικογένειες στις οποίες η σύγκρουση είναι ολοφάνερη, συχνά βίαιη, ακόμη και τραυματική.
Advertisment
Το κοινό ανάμεσα σε αυτές τις δύο καταστάσεις είναι η έλλειψη επίλυσης της σύγκρουσης. Στη μία κατάσταση, η σύγκρουση κρύβεται ή απωθείται. Στην άλλη, ο έντονος θυμός, η σκληρότητα και η αυστηρότητα δεν επιτρέπουν τον στοχασμό και τη γαλήνη. Και στις δύο περιπτώσεις, η σύγκρουση κατατρώει τον δεσμό και επιβαρύνει τόσο τις ίδιες τις σχέσεις, όσο και την προσωπική αίσθηση ασφάλειας, αποδοχής και αυτοεκτίμησης.
Ένα είναι βέβαιο: όλοι θα έρθουμε σε σύγκρουση κάποιες φορές – είναι θεμελιώδες στοιχείο των ανθρώπινων σχέσεων. Όμως, όταν καθιστούμε τη σύγκρουση αυτή ορατή, όταν παίρνουμε την ευθύνη του ρόλου μας σε αυτή και όταν την επιλύουμε, ερχόμαστε πιο κοντά. Το δέσιμο και η αίσθηση του ανήκειν βελτιώνονται θεαματικά.
Ένας σύντομος οδηγός για την επίλυση των συγκρούσεων
Η επίλυση δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι συμφωνούμε. Μπορεί να συμφωνούμε ότι διαφωνούμε. Η επίλυση περιλαμβάνει:
– την εκτίμηση των διαφορών
– την αποδοχή
– την ανοχή
– την ικανότητα να αγαπάμε ο ένας τον άλλο παρά τις διαφωνίες.
Σε πολλές συγκρούσεις, είναι εμφανές το τι συμβαίνει – ίσως να αφορά έναν καυγά για κανόνες, για μια συμπεριφορά ή για διαφορετικές απόψεις. Εντούτοις, υπάρχουν και φορές που είναι δυσκολότερο να φτάσουμε στη ρίζα των προβλημάτων.
Όταν η σύγκρουση δεν είναι εμφανής, μπορούμε να δούμε την επίδρασή της μόνο στη συμπεριφορά ενός παιδιού ή ενός εφήβου. Για παράδειγμα, σε μια σύγκρουση ανάμεσα σε ένα ζευγάρι, το παιδί θα επιδεικνύει θυμό, εναντιωματική συμπεριφορά ή σωματικά συμπτώματα, όπως κοιλιακό πόνο. Τα παιδιά λαμβάνουν ασυνείδητα τη διαμάχη και την ένταση αυτή. Ως εκ τούτου, είναι κρίσιμο να έχουμε υπόψη μας τα παρακάτω:
1. Κάνουμε ανοιχτές συζητήσεις και ακούμε όλες τις πλευρές με την ίδια προσοχή και βαρύτητα.
2. Προσέχουμε να μην είμαστε επικριτικοί. Καμία σύγκρουση δεν επιλύεται με ειρωνεία, σαρκασμό και κριτική.
3. Κάνουμε συχνές συζητήσεις και διατηρούμε υπό έλεγχο τα συναισθήματα. Καμία μεγάλη σύγκρουση δεν επιλύεται σε μια στιγμή.
4. Προετοιμαζόμαστε για το ενδεχόμενο να χρειαστεί να ζητήσουμε συγγνώμη. Η συγγνώμη δεν επιλύει τη σύγκρουση απαραιτήτως, αλλά είναι μέρος της βάσης που χρειαζόμαστε για αποδοχή, αντοχή και σύνδεση.
5. Αναγνωρίζουμε το πρόβλημα και φτιάχνουμε ένα πλάνο. Είναι ίσως το πιο δύσκολο, ειδικά αν πρόκειται για κρυμμένη σύγκρουση.
6. Αναλαμβάνουμε την ευθύνη για ό,τι μας αναλογεί χωρίς υπεκφυγές αλλά και χωρίς παράλογους συμβιβασμούς.
7. Η βία δεν πρέπει ποτέ και για κανένα λόγο να γίνεται ανεκτή σε μια σύγκρουση.
8. Οι επιπτώσεις και διόρθωση είναι ορισμένες φορές μέρος της λύσης. Ορισμένες φορές δηλαδή θα χρειαστεί προσπάθεια και από τις δύο πλευρές, ακόμη και χρόνια.
9. Το ζήτημα δεν είναι αν κερδίζει κανείς – μαθαίνουμε να ζούμε με τις διαφορές μας.
10. Αναζητάμε βοήθεια επαγγελματία, αν η προσπάθεια δεν ευοδώσει.