Το φαινόμενο Zeigarnik: Πώς να καταπολεμήσετε την αναβλητικότητα

Αντιμετωπίστε την αναβλητικότητα μέσα από μια πολύ ενδιαφέρουσα ψυχολογική παρατήρηση.

Μια από τις πιο απλές μεθόδους για την αντιμετώπιση της αναβλητικότητας σε σχεδόν οποιαδήποτε εργασία, αντλεί την έμπνευσή της από τους πολυάσχολους σερβιτόρους.

Ονομάστηκε το φαινόμενο Zeigarnik από μια Ρωσίδα ψυχολόγο, τη Bluma Zeigarnik, η οποία παρατήρησε κάτι παράξενο ενώ καθόταν σε ένα εστιατόριο στη Βιέννη. Οι σερβιτόροι θυμόνταν μόνο τις παραγγελίες οι οποίες βρίσκονταν ακόμη σε διαδικασία προετοιμασίας σερβιρίσματος. Όταν το σερβίρισμα ολοκληρωνόταν, οι παραγγελίες εξαφανίζονταν από τη μνήμη τους.

Advertisment

Η Zeigarnik επέστρεψε στο εργαστήριο για να εξετάσει μια θεωρία σχετικά με το τι συνέβαινε. Ζήτησε από τους συμμετέχοντες να κάνουν είκοσι μικρά ή απλά έργα στο εργαστήριο, όπως το να φτιάξουν παζλ και να περάσουν χάντρες από κλωστές (Zeigarnik, 1927) και η οποία τους διέκοπτε ορισμένες φορές στη μέση του έργου τους. Έπειτα τους ρώτησε ποιες δραστηριότητες μπορούσαν να ανακαλέσουν ότι έκαναν. Οι συμμετέχοντες δήλωσαν ότι ανακαλούσαν καλύτερα τα έργα που έκαναν μέχρι να τους διακόψουν, σε σχέση με τα έργα τα οποία ολοκλήρωσαν.

Πώς σχετίζεται αυτό με την αναβλητικότητα; Υπάρχει και μια ακόμη ένδειξη…

Σχεδόν εξήντα χρόνια αργότερα ο Kenneth McGraw και οι συνεργάτες του, διεξήγαγαν ένα άλλο τεστ για το φαινόμενο Zeigarnik. Σε αυτό οι συμμετέχοντες έπρεπε να φτιάξουν ένα πραγματικά δύσκολο παζλ και επίσης τους διέκοψαν πριν μπορέσει να το λύσει κάποιος από όλους, λέγοντάς τους ότι η μελέτη ολοκληρώθηκε. Παρά τη διακοπή, σχεδόν το 90% συνέχισε να λύνει το παζλ παρά τις αρνήσεις των πειραματιστών.

Advertisment

Και αν δεν έχει γίνει αντιληπτό ακόμα…

Η δραματική στιγμή-The Cliffhanger

Υπάρχει ένα ακόμα στοιχείο: ένα από τα πιο παλιά τεχνάσματα των τηλεοπτικών σταθμών για να κρατούν συντονισμένους κάθε εβδομάδα τους τηλεθεατές σε μια σειρά, είναι να δείχνουν μία σκηνή στο τέλος που κορυφώνει την αγωνία. Ο ήρωας μοιάζει να έχει πέσει από το βουνό αλλά η σκηνή τελειώνει πριν κανείς βεβαιωθεί τι έχει πάθει. Και μετά ακολουθούν μοιραία οι λέξεις: «Συνεχίζεται…». Κυριολεκτικά μια δραματική στιγμή. Συντονίζεστε την επόμενη εβδομάδα για τη λύση του μυστηρίου γιατί αυτό, βρίσκεται στο πίσω μέρος του μυαλού σας.

Ο υπέροχος Άγγλος μυθιστοριογράφος Charles Dickens χρησιμοποίησε ακριβώς την ίδια τεχνική. Πολλά από τα έργα του όπως ο Oliver Twist, παρόλο που αργότερα δημοσιεύτηκαν ως ολοκληρωμένα μυθιστορήματα, αρχικά εκδίδονταν ως σειρές βιβλίων.

Τα ανοιχτά φινάλε δημιούργησαν τέτοια προσμονή στους ανθρώπους που το αναγνωστικό κοινό του στην Αμερική περίμενε στις αποβάθρες της Νέας Υόρκης για να φτάσει η καινούρια έκδοση με πλοίο από τη Βρετανία. Ήταν τόσο απεγνωσμένοι να ανακαλύψουν τι θα συνέβαινε στη συνέχεια.

Ξεκίνησα άρα θα τελειώσω

Το κοινό σε όλα αυτά τα παραδείγματα είναι ότι όταν οι άνθρωποι προσπαθούν να ξεκινήσουν, κάτι τείνουν και να το τελειώσουν. Η αναβολή είναι χειρότερη όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με μια σημαντική εργασία που προσπαθούμε να αποφύγουμε να την ξεκινήσουμε. Ίσως να είναι έτσι επειδή δεν ξέρουμε πως να αρχίσουμε ή ακόμα δεν ξέρουμε από πού να ξεκινήσουμε.

Αυτό που διδάσκει το φαινόμενο Zeigarnik είναι ότι το όπλο για τη νίκη της αναβολής είναι να ξεκινήσουμε από κάπου…από οπουδήποτε. Μην ξεκινάτε από το πιο δύσκολο κομμάτι, προσπαθήστε κάτι εύκολο στην αρχή. Αν απλά ασχοληθείτε με οποιοδήποτε κομμάτι της εργασίας, τότε το υπόλοιπο θα ακολουθήσει. Μόλις κάνετε μα αρχή, ακόμα και αν είναι ασήμαντη, υπάρχει κάτι που σας οδηγεί στο τέλος. Θα σας απασχολεί στο πίσω μέρος του μυαλού σας όπως το ανοιχτό φινάλε στη σειρά Lost.

Παρόλο που είναι απλή η τεχνική, συχνά την αγνοούμε επειδή είμαστε πολύ απασχολημένοι με το να σκεφτόμαστε τα πιο δύσκολα μέρη των εργασιών μας.

Η αρνητική προδιάθεση, μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην αναβλητικότητα

Το φαινόμενο Zeigarnik έχει μια σημαντική διαφορά. Δεν λειτουργεί τόσο καλά όταν δεν είμαστε ιδιαίτερα κινητοποιημένοι να πετύχουμε ένα στόχο ή όταν δεν περιμένουμε να τα πάμε καλά. Αυτό ισχύει και γενικά για τους στόχους: όταν δεν είναι πολύ ελκυστικοί ή είναι απίθανο να επιτευχθούν, δεν ασχολούμαστε με αυτούς.

Αλλά εάν εκτιμάμε το στόχο και θεωρούμε ότι είναι εφικτός, απλά το να κάνουμε το πρώτο βήμα θα μπορούσε να είναι η διαφορά μεταξύ της αποτυχίας και της επιτυχίας.

Απόδοση – Επιμέλεια: Xριστίνα Καριεντίδου – www.psychologynow.gr

Λάβετε καθημερινά τα άρθρα μας στο e-mail σας

Σχετικά θέματα

Ευγνωμοσύνη: Βρίσκοντας τη γλυκιά πλευρά της ζωής μέσα στις πικρές της στιγμές
Η Αυτογνωσία ως ουσιαστικός παράγοντας για την οικονομική επιτυχία
Πώς να δημιουργήσουμε εσωτερικό διάλογο για να μειώσουμε το άγχος και την κατάθλιψη
6 φράσεις που ενισχύουν την αυτοεκτίμηση του παιδιού σας

Πρόσφατα Άρθρα

Εναλλακτική Δράση