Η μείζων κατάθλιψη αποτελεί μία από τις πιο συνηθισμένες ψυχικές διαταραχές σε όλο τον Δυτικό κόσμο. Για την ακρίβεια, πάνω από 16 εκατομμύρια ενήλικες θα βιώσουν τουλάχιστον ένα καταθλιπτικό επεισόδιο μέσα στο χρόνο. Η διαταραχή έχει συνδεθεί με διάφορες άλλες αρνητικές επιδράσεις, από λιγότερα χρόνια ζωής μέχρι υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών προβλημάτων.
Έρευνα δείχνει ότι η μείζων κατάθλιψη προκαλεί πρόωρη γήρανση. Οι επιστήμονες με κύρια ερευνήτρια την Laura Han από το Πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ μελέτησαν τη δομή DNA ατόμων με κατάθλιψη και έκαναν μια άκρως ενδιαφέρουσα ανακάλυψη.
Advertisment
Η Han και οι συνεργάτες της βρήκαν ότι το DNA των ατόμων με μείζονα κατάθλιψη είναι μεγαλύτερο κατά 8 μήνες σε σύγκριση με τα άτομα που δεν παρουσίαζαν κατάθλιψη. Οι ερευνητές παρουσίασαν τα ευρήματά τους στο Ευρωπαϊκό Συνέδριο Νευροψυχοφαρμακολογίας που έγινε στη Βαρκελώνη της Καταλονίας και δημοσιεύτηκαν στο American Journal of Psychiatry. Αυτή η επίδραση της πρόωρης γήρανσης ήταν σημαντικότερη σε άτομα με δύσκολη παιδική ηλικία, που περιελάμβανε βία, τραύμα, παραμέληση ή κακοποίηση.
Πώς η κατάθλιψη επιδρά στο DNA
Ο Han και οι συνεργάτες της εξέτασαν το DNA 811 ατόμων με κατάθλιψη και 319 χωρίς. Χρησιμοποιώντας δείγμα αίματος, οι ερευνητές εξέτασαν πώς το DNA των συμμετεχόντων άλλαζε με την ηλικία. Η μελέτη αποκάλυψε ότι οι επιγενετικές αλλαγές λάμβαναν χώρα πιο γρήγορα σε άτομα με κατάθλιψη.
Η επιγενετική είναι η μελέτη των αλλαγών στην έκφραση των γονιδίων που δεν επιδρούν στην ακολουθία του DNA. Τέτοιες αλλαγές μπορούν να εμφανιστούν ως αποτέλεσμα πολλών παραγόντων, όπως του περιβάλλοντος και του τρόπου ζωής.
Advertisment
Ένας από τους μηχανισμούς μέσω των οποίων συμβαίνουν οι επιγενετικές αλλαγές ονομάζεται μεθυλίωση – όταν μια ομάδα μεθυλίου μεταφέρεται και προστίθεται στο DNA. Γενικά, οι επιστήμονες παρατήρησαν ότι τα άτομα με μείζονα καταθλιπτική διαταραχή παρουσίαζαν έναν βαθμό μεθυλίωσης και επιγενετικής αλλαγής, ενδεικτική μιας μεγαλύτερης ηλικίας. Πιο συγκεκριμένα, αυτό σημαίνει ότι οι καταθλιπτικοί συμμετέχοντες ήταν και βιολογικά μεγαλύτεροι, κατά 8 μήνες.
Σε πολύ σοβαρές περιπτώσεις κατάθλιψης, αυτή η βιολογική ηλικία ήταν 10 – 15 χρόνια μεγαλύτερη από τη χρονολογική. Η μελέτη βρήκε επίσης ότι όσοι είχαν κάποιο παιδικό τραύμα ήταν βιολογικά μεγαλύτεροι κατά 1.06 χρόνια σε σύγκριση με εκείνους που δεν είχαν.
Το επιγενετικό ρολόι «τρέχει» γρηγορότερα στην κατάθλιψη
Η Han αναφέρει πως η αλλαγή συμβαίνει στο «επιγενετικό ρολόι», όπου τα μοτίβα τροποποίησης του DNA του σώματος αποτελούν δείκτη της βιολογικής ηλικίας. Και αυτό το ρολόι τρέχει γρηγορότερα σε όσους είναι καταθλιπτικοί ή στρεσαρισμένοι.
Τα επίπεδα μεθυλίωσης σε συγκεκριμένα σημεία αυξάνονται και μειώνονται με την ηλικία και έτσι αυτό το μοτίβο μεθυλίωσης αποτελεί καλό δείκτη της βιολογικής ηλικίας. Αυτή η διαφορά γίνεται πιο εμφανής όσο περισσότερο μεγαλώνουμε, ειδικά για άτομα που βρίσκονται στα 50 – 60. Τα αποτελέσματα τονίζουν την βιολογική επίδραση του παιδικού (και όχι μόνο) τραύματος και τη σημασία της πρόληψης και των ψυχοθεραπευτικών παρεμβάσεων όσον αφορά στην κατάθλιψη και στις άσχημες παιδικές εμπειρίες.
Πηγές: ajp.psychiatryonline.org/doi/10.1176/appi.ajp.2018.17060595