Το πρόβλημα με τη ζήλια είναι ότι περιμένουμε πάρα πολλά από τον άλλο (να μας μιλάει, να αποδεικνύει την αγάπη του, να μας κάνει κοπλιμέντα, να ενδιαφέρεται για μας, να είναι συνεχώς μαζί μας, να μας υποστηρίζει, να μας επιθυμεί). Αναπόφευκτα λοιπόν απογοητευόμαστε, επειδή ο σύντροφός μας δεν είναι υπεράνθρωπος και δεν μπορεί να τα κάνει όλα, να τα ξέρει όλα και να τα πετυχαίνει όλα.
Στόχος σας θα πρέπει να είναι η αναθεώρηση των απαιτήσεών σας· όχι να τις ελαχιστοποιήσετε ή να τις εξαλείψετε (σαφώς έχετε ανάγκες και επιθυμίες, που είναι σημαντικές), αλλά να τις διαχειριστείτε και να τις παρουσιάσετε στο σύντροφό σας με έναν άλλο, πιο αποδεκτό, πιο ευέλικτο, πιο ευγενικό τρόπο.
Advertisment
Το ανησυχητικό είναι ότι ανάμεσα στις πολλές προσδοκίες που έχετε από το σύντροφό σας είναι και η απαίτησή σας να σας καθησυχάζει. Διαρκώς. Όλη την ώρα. Για όλα. Και αυτές οι συνεχείς ερωτοαποκρίσεις είναι κουραστικές. Είναι τόσο εξαντλητικές μάλιστα που οτιδήποτε κι αν λέει ή κάνει ο σύντροφός σας. εσείς δεν πείθεστε:
Αν αρνηθεί να μπει στο παιχνίδι των συνεχών διαβεβαιώσεων, σκέφτεστε ότι όντως έχει κάνει κάτι από αυτά για τα οποία τον κατηγορείτε, αφού δεν προσπαθεί καν να υπερασπιστεί τον εαυτό του και να σας καθησυχάσει.
Αν πάλι δεχτεί να απαντά στη διαρκή σας ανάκριση, σκέφτεστε ότι όντως έχει κάνει κάτι, αφού αυτός είναι ο τρόπος του για να δικαιολογηθεί. Και όσο συνεχίζει να σας απαντά, τόσο περισσότερο πείθετε τον εαυτό σας ότι λέει ψέματα. Ψάχνετε να βρείτε τι δεν πάει καλά στις δικαιολογίες του. Αν δεν βρείτε τίποτα, σκέφτεστε ότι τελικά «τα καταφέρνει μια χαρά να ξεφεύγει». Κι αν προσπαθήσει να διακόψει την ανάκριση, σκέφτεστε ότι το κάνει επειδή ξέρει ότι θα αποκαλυφθεί. Τεκμήριο ενοχής.
Advertisment
Σύμφωνα με την αρχή του αντίστροφου συλλογισμού, εφόσον ξεκινάτε από το συμπέρασμα «ο σύντροφός μου με απατά» για να εξηγήσετε τα γεγονότα έτσι ώστε να καταλήξετε και πάλι στο ίδιο συμπέρασμα, είναι εντελώς αδύνατον για τον σύντροφό σας να διακόψει αυτό τον φαύλο κύκλο, στον οποίο έχετε παγιδευτεί μόνοι σας και τον οποίο αφήνετε να διαιωνίζεται.
Αυτός ο φαύλος κύκλος δεν είναι χρήσιμος ούτε στον έναν ούτε στον άλλο. Μια καλή λύση είναι να συμφωνήσετε από κοινού τα όρια της «ανάκρισης». Οι ερωτήσεις, για παράδειγμα, θα διαρκούν τρία λεπτά το πολύ, ή δεν θα είναι περισσότερες από τρεις.
Και ο πιο σημαντικός κανόνας, τον οποίο πρέπει πάντα να σέβεστε (διαφορετικά θα ξαναγυρίσετε στα ίδια): μη σχολιάζετε τις απαντήσεις που σας δίνει ο σύντροφός σας. Δεχτείτε τες απλά, όποιες κι αν είναι, και μην επιχειρείτε να τις αμφισβητήσετε. Από την πλευρά του, ο/η σύντροφός σας δεσμεύεται ότι θα απαντά στις ερωτήσεις σας με όσο το δυνατόν πληρέστερο τρόπο, χωρίς να δείχνει ότι ενοχλείται.
Είναι μεγάλος πειρασμός να επιστρέψετε στον συνηθισμένο διάλογο. Εσείς να λέτε: «Δεν σε πιστεύω». «Λες ψέματα», και ο άλλος να λέει: «Δεν είσαι ποτέ ευχαριστημένος/η» και «Ζητάς όλο και περισσότερα». Είναι ωστόσο σημαντικό να υποστηρίξετε ο ένας τον άλλο.
Σιγά σιγά θα διαπιστώσετε ότι αυτές οι ερωτήσεις δεν έχουν και τόσο μεγάλη σημασία. Δεν αποκλείεται μάλιστα, όσο περνά ο καιρός, ο/η σύντροφός σας να σας ενημερώνει αυθόρμητα γι’ αυτό που αισθάνεται ότι θέλετε να μάθετε.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Bernard Geberowicz «Νίκησε τη ζήλια» από τις εκδόσεις Πεδίο